Περονόσπορος
O περονόσπορος αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές ασθένειας της αμπέλου και το όνομα του έχει συνδεθεί με πολλές καταστροφές του ελληνικού αμπελώνα. Εισήχθη στην Ευρώπη (αρχικά στην Γαλλία) μέσα από τα αμερικάνικα υποκείμενα έπειτα από την φυλλοξήρα. Χαρακτηρίζεται σαν ωομύκητας ο οποίος είναι όμοιος με μύκητες αλλά έχει κάποιες σημαντικές διαφοροποιήσεις όπως ότι περιέχει κυτταρίνη και όχι χιτίντη στα κυτταρικά τοιχώματα ενώ το μυκήλιο είναι μονοκύτταρο.
Η εγγενής του μορφή διαχειμάζει στα φύλλα όπου έπειτα την φυλλόπτωση μπορεί να διαχειμάσει στο έδαφος. Οι θερμοκρασίες που ευνοούν την ανάπτυξη του παθογόνου κυμαίνεται από 20-20οC ενώ η σχετική υγρασία πρέπει να βρίσκεται στο 95%.
Χαρακτηριστικό της ασθένειας αυτής είναι ότι όταν στο έδαφος ή στο φύλλο έχει δημιουργηθεί επίστρωση νερού τα ωοσπόρια, σποράγγια και ζωοσπόρια έχουν την ικανότητα μέσω τον σταγονιδίων της βροχής να “πηδήξουν” έως και 80cm ψηλά. Προτιμάει κυρίως τα σκιερά και δροσερά μέρη για να αναπτυχθεί πλήρως.
Μπορεί να προσβάλει όλα τα πράσινα τμήματα του φυτού. Στην αρχή εμφανίζεται στα φύλλα με κιτρινωπές κηλίδες όπου αργότερα γίνονται καφέ, νεκρώνονται και ξεκινάει η φυλλόπτωση όταν η προσβολή είναι έντονη. Το έλασμα εφόσον μολυνθεί αρχίζει να έχει ένα λευκό επίχρισμα ενώ οι ταξιανθίες μπορεί να προσβληθούν σε όλα τα στάδια ανάπτυξης και να ακολουθήσει ανθόρροια. Οι ράγες είναι επίσης ευπαθείς στον περονόσπορο και τα κύρια στάδια προσβολή είναι από την καρπόδεση μέχρι τη δέσιμο. Ο περονόσπορος είναι μια ασθένεια που συχνά μπερδεύεται με άλλες τυχόν προσβολές. Χρειάζεται ιδιαίτερη μελέτη και προσοχή.
Η προσβολή στο αμπέλι γίνεται μέσω των στομάτων των φύλλων και των ραγών, από τα οποία εισέρχονται και στη συνέχεια στο μεσόφυλλο σχηματίζονται τα κονίδια. Τα κονίδια εξέρχονται από τα στόματα όπου εμποδίζουν την φυσιολογική λειτουργία τους, διατηρώντας τα ανοιχτά κατά την περίοδο την νύχτας με αποτέλεσμα το αμπέλι να δέχεται υδατική καταπόνηση.
Για την αντιμετώπιση της ασθένειας πρέπει να εκτελεστούν προληπτικοί ψεκασμοί όταν έχουν εκπτυχθεί τα πρώτα φύλλα, όταν υπάρχουν οι πρώτες ταξιανθίες, κατά την άνθιση και τελευταίος κατά την καρπόδεση. Βέβαια οι καιρικές συνθήκες, η κατάσταση των φυτών όπως και άλλοι παράγοντες καθορίζουν τον αριθμό και τον χρόνο των ψεκασμών.